Ἡ Μεγίστη, τό ἀκριτικότερο αὐτό νησί τῶν Δωδεκανήσων ἀπέχει 72 ν.μ. ἀπό τή Ρόδο καί μόλις 1 ν. μίλι ἀπό τίς ἀκτές τῆς Τουρκίας. Ἔχει ἔκταση 9,5 τ. χλμ. καί βραχῶδες ἔδαφος. Μικρό ἀλλά ἱστορικό νησάκι, τό Καστελλόριζο κατοικήθηκε ἤδη ἀπό τή νεολιθική ἐποχή ἐνῶ στή συνέχεια ἀποικήθηκε ἀπό τούς Δωριεῖς, οἱ ὁποῖοι ἔκτισαν καί τήν ἀκρόπολη στό Παλαιόκαστρο, στή δυτική πλευρά τοῦ λιμανιοῦ, τμήματα τῆς ὁποίας σώζονται ὡς τίς μέρες μας. Αὐτοί ἔδωσαν στό νησί καί τό πομπῶδες ὄνομα Μεγίστη ὅπως ἀκόμα ὀνομάζεται ἐπίσημα ὁ Δῆμος του. Τό ὄνομα Μεγίστη, τό πῆρε, σύμφωνα μέ τήν ἐπικρατέστερη ἐκδοχή, λόγω τοῦ ὅτι εἶναι τό μεγαλύτερο ἀπό ἕνα σύμπλεγμα δεκατεσσάρων μικρῶν νησιῶν μέ πιό γνωστή τή νησίδα Ρῶ. Ἕνας θρύλος ἀποδίδει τήν συγκεκριμένη ὀνοματοδοσία στόν πρῶτο οἰκιστή πού λεγόταν Μεγιστέας. Τό γνωστότερο ὄνομα Καστελλόριζο εἶναι δυτικῆς προέλευσης καί σημαίνει κόκκινο φρούριο (Castello rosso).
Στό νησί ἄνθησε καί Μυκηναϊκός πολιτισμός, ὅπως φαίνεται ἀπό τά εὐρήματα τῶν μυκηναϊκῶν τάφων πού ἔχουν φέρει στό φῶς οἱ ἀνασκαφές. Ἐξ ἄλλου κίονες ἀπό γρανίτη πού ἔχουν χρησιμοποιηθεῖ γιά τήν κατασκευή τοῦ ἐνοριακοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου, προέρχονται ἀπό τό ἱερό τοῦ Λυκίου Ἀπόλλωνος, πού βρισκόταν ἀντίκρυ στά Πάταρα τῆς Λυκίας. Τό 530 π.Χ. ἡ Μεγίστη περνάει στήν κυριαρχία τῶν Ροδίων καί ἀκολουθεῖ τήν ἴδια ἱστορική πορεία μέ τήν πρωτεύουσα τῶν Δωδεκανήσων. Ἕως τούς ρωμαϊκούς χρόνους ἀνῆκε στό κράτος τῆς Ρόδου ως τμῆμα τῆς Περαίας της.
Κατόπιν γνώρισε τή Ρωμαϊκή κυριαρχία, ἐλευθερώθηκε ἀπό τούς Βυζαντινούς καί τό 1306 πέρασε στή κατοχή τῶν Ἱπποτῶν τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη. Τότε κτίστηκε πάνω ἀπό τήν πόλη στή θέση τῆς ἀρχαίας ἀκρόπολης καί τό θρυλικό κάστρο, τό Castello rosso, ἀπό τό ὁποῖο, ὅπως ἤδη ἀνεφέρθη, τό νησί πῆρε καί τό ὄνομα Καστελλόριζο.
Τό 1523 περιέρχεται στούς Τούρκους καί ἀνήκει στά δώδεκα προνομιοῦχα νησιά τοῦ Ἀρχιπελάγους. Παίρνει μέρος στήν ἐπανάσταση τοῦ 1821 γιά νά ἐπανέλθει στήν τουρκική κυριαρχία. Στά χρόνια του Α' Παγκοσμίου πολέμου περιέρχεται στούς Γάλλους καί στή συνέχεια στούς Ἰταλούς. Κατά τή διάρκεια τῶν δυό παγκοσμίων πολέμων τό νησί βομβαρδίζεται καί ὑφίσταται μεγάλες καταστροφές, μέ ἀποτέλεσμα ἀπό 15.000 κατοίκους πού ἀριθμοῦσε τότε, σήμερα λόγω τῆς ἀθρόας μετανάστευσης, νά μετρᾶ περίπου 300 περήφανους ἀκρίτες. Τέλος τό 1943 ἐνώνεται μέ τήν μητέρα Ἑλλάδα.
Τά τελευταία χρόνια ὅμως, τό Καστελλόριζο ξαναβρίσκει τήν παλιά του αἴγλη. Τό νησί «ἀνακαλύφθηκε» τουριστικά καί ὁλοένα καί περισσότεροι φίλοι τῶν ταξιδιῶν ἀγκυροβολοῦν στό ὄμορφο αὐτό Αἰγαιοπελαγίτικο λιμάνι. Τό Καστελλόριζο προσφέρεται γιά ἥσυχες διακοπές καί ἀνταμείβει κάθε ἐπισκέπτη του μέ τίς μοναδικές ὀμορφιές του, τίς ἐκπληκτικές παραλίες του καί τήν μοναδική φιλοξενία τῶν κατοίκων του. Ἀναμφίβολα εἶναι ἕνα ἀναπτυσσόμενο τουριστικό θέρετρο. Οἱ ὑποδομές του καλύπτουν μέ πληρότητα τίς ἀνάγκες τῶν ἐπισκεπτῶν του. Λειτουργοῦν ξενοδοχεῖα καί ἐνοικιαζόμενα δωμάτια. Τό νησί συμπορεύεται μέ μία μεγάλη ναυτική παράδοση καί σηματοδοτεῖται ἔντονα ἀπό τή ναυτική καί ἐμπορική ἀνάπτυξη πού κάποτε γνώρισε.
Ὁ μόνος οἰκισμός ἀποτελεῖ ταυτόχρονα καί τήν πρωτεύουσα τοῦ νησιοῦ, ἡ ὁποία ἐκτείνεται κατά μῆκος τῆς ἀκτογραμμῆς τοῦ λιμανιοῦ, μπροστά ἀπό τόν κόκκινο βράχο. Σῆμα κατατεθέν τά παραδοσιακά ἀρχοντόσπιτα νεοκλασικοῦ τύπου διώροφα ἤ τριώροφα, λευκά ἤ χρωματιστά. Ἀξιόλογα δημόσια κτήρια καί μνημεῖα, εἶναι τό Δημαρχεῖο καί ἡ Νέα Ἀγορά, δυό ἀρχιτεκτονικά κοσμήματα μέ καμάρες, ἔργα τῆς ἐποχῆς τῆς ἰταλοκρατίας, τό τζαμί (18ος αἰ.), ἡ «Σαντραπεία Ἀστική Σχολή» κτίσμα τοῦ 1903 πού βρίσκεται δίπλα στό Ἱερό Ναό Ἁγ. Κωνσταντίνου καί Ἑλένης καί ἀποτελεῖ τό σπουδαιότερο ἐκπαιδευτικό ἵδρυμα τοῦ νησιοῦ. Ἐπίσης τό Ἐντευκτήριο (περιοχή Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Πηγαδιοῦ), ὅπου στεγαζόταν τό νηπιαγωγεῖο στίς ἀρχές τοῦ 20ου αἰώνα. Ἡ προτομή τῆς Κυρᾶς τῆς Ρῶ (πλατεία Χωραφιῶν) πού κατόρθωσε νά κατοικήσει καί νά κρατήσει ἑλληνικό τό ὁμώνυμο νησί, ἡ προτομή τοῦ ἥρωα Νικολάου Σάββα (Κάβος) τό μνημεῖο τῶν ἀγνώστων στρατιωτῶν (Λιμάνι). Ὑπάρχουν ἐπίσης διάσπαρτοι ἀρκετοί παλιοί ἀνεμόμυλοι. Μοναδικῆς ἀρχιτεκτονικῆς καλλιμάρμαρος Ναός εἶναι ὁ Ἅγιος Γεώργιος Σαντραπέ καί ἀκολουθοῦν ὁ Ἐνοριακός Ναός τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου, μέ τά λοιπά Μονύδρια τοῦ νησιοῦ.
Ἐκκλησιαστικῶς ἡ Μεγίστη ὑπάγεται στό κλίμα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί μέχρι τό 2004 ἀνῆκε στήν Ἱερά Μητρόπολη Ρόδου. Τόν Ἀπρίλιο τοῦ ἔτους αὐτοῦ, μέ Πατριαρχική καί Συνοδική Ἀπόφαση, ἱδρύεται ἡ Ἱερά Μητρόπολις Σύμης, Τήλου, Χάλκης καί Καστελλορίζου, στήν ὁποία ἔκτοτε συμπεριλαμβάνεται καί τό ἀκριτικό Καστελλόριζο.
ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΕΓΙΣΤΗΣ
Εμφανίσεις: 7953