Σήμερα 23η Μαΐου 2021 Κυριακή τοῦ Παραλύτου καί 238η ἐπέτειος τῶν ἐγκαινίων τοῦ Καθολικοῦ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Πανορμίτου, ὁ Σεβ. Μητροπολίτης μας κ. Χρυσόστομος χοροστάτησε στόν Ὄρθρο καί τέλεσε τήν Θ. Λειτουργία στό Ἀρχαγγελικό αὐτό Θυσιαστήριο, μέ συλλειτουργούς του τόν Πανοσιολ. Καθηγούμενο π. Ἀντώνιο καί τούς Διακόνους μας π. Σεραφείμ Βιολάκη καί π. Γεώργιο Κακακιό. Τό δέ ἱ. ἀναλόγιο διακόνησαν σεμνοπρεπῶς ὁ Πρωτοψάλτης τῆς Μονῆς κ. Μερκούριος Γιανναρᾶς, μετά τοῦ κ. Μιχαήλ Κυπριώτη, ἐνῶ, πέραν τῶν εὐαρίθμων πιστῶν, λίαν τιμητική ἦταν καί ἡ συμμετοχή τοῦ Δημάρχου Σύμης κ. Ἐλευθερίου Παπακαλοδούκα.
Μετά τήν Θεία Λειτουργία, ὡς ἔκφραση εὐγνωμοσύνης γιά τήν ἀνάπαυση τῶν ψυχῶν τῶν μακαρίων Κτιτόρων καί ἀνακαινιστῶν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, ὁ Σεβασμιώτατος προέστη τοῦ Κτιτορικοῦ Μνημοσύνου, ἀναγνώσας τήν ἀρχιερατική συγχωρητική εὐχή, καί μνημονεύσας πάντας τούς Καθηγουμένους καί Μοναστάς πού ἔζησαν καί ἠσκήθησαν στό Ἀρχαγγελικό αὐτό Καθίδρυμα προσευχῆς καί ἁγιότητος, ἀφήνοντας ὁ καθείς τήν σφραγίδα τῆς πολυσχιδοῦς προσφορᾶς του ἀνεξίτηλη κατά τήν μακραίωνη ἱστορία τῆς παλαιφάτου Μονῆς τοῦ Πανορμίτου. Σύν αὐτοῖς ἐτελέσθη καί τό ἱερόν Μνημόσυνον, ἐπί τῇ συμπληρώσει δύο ἐτῶν ἀπό τῆς πρός Κύριον ἐκδημίας, τοῦ μακαριστοῦ Βασιλείου Πίτση, αὐταδέλφου τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου μας κ. Χρυσοστόμου.
Ὁ Σεβασμιώτατος ἐξ ἄλλου στό εὐαγγελικό του κήρυγμα, ἀνεφέρθη ἐκτενῶς στὸ πρόσωπο τοῦ Παραλύτου, ἀναλύοντας θεολογικότατα τό μεγάλο θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ ἐπί τριάντα ὀκτώ ἔτη Παραλύτου, ὁ ὁποῖος χάριν στήν φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τήν θαυματουργική Του δύναμη ἀνέκτησε καί πάλι τό πολυπόθητο δῶρο τῆς ὑγείας. Ἐπρόκειτο γιά ἕναν ἀξιολύπητο καί ἐγκαταλελειμμένο ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἦταν κατάκοιτος δίπλα στήν κολυμβήθρα Βηθεσδᾶ τῆς Προβατικῆς πύλης τῶν Ἱεροσολύμων, ὅπου πλῆθος ἀσθενῶν προσδοκοῦσαν τὴν θαυματουργικὴ θεραπεία τους. Κατὰ διαστήματα ἄγγελος (καί μάλιστα κατά τήν ὑμνολογία, ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαήλ) ἀνατάραζε τὰ νερὰ τῆς δεξαμενῆς καὶ ὁ πρῶτος ἐκ τῶν ἀσθενῶν ποὺ ἔμπαινε μέσα, εὐθύς μετὰ τὴν ἀναταραχὴ τοῦ ὕδατος, θεραπευόταν, ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἀρρώστια κι ἂν ἔπασχε.
Ὁ συγκεκριμένος Παράλυτος ὅμως δὲν εἶχε κανέναν γιά νὰ τὸν βοηθήσει, πάσχοντας ὄχι μόνον ἀπό τήν βαριὰ ἀσθένειά του, ἀλλὰ κυρίως ἀπό τήν ἀπόλυτη μοναξιά καί ἐγκατάλειψη πού βίωνε ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους του. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὅταν τὸν πλησίασε ὁ Κύριος, μὲ πόνο ψυχῆς ἐξέθεσε τὸ δράμα του: «Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω», τοῦ εἶπε. Καί αὐτό, διότι κανεὶς ἀπὸ τό πλῆθος τῶν ἀνθρώπων γύρω του δὲν εἶχε τήν διάθεση νὰ τὸν βοηθήσει. Ἀδιάφοροι καὶ ἀσυγκίνητοι τὸν ἀντίκριζαν, ἐνῶ οἱ ἄλλοι ἀσθενεῖς ἐνδιαφέρονταν μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό τους καὶ κανεὶς δὲν τοῦ παραχωροῦσε τὴν θέση του.
Ὡς τόσον ὁ Κύριος, ἡ Ἐνσαρκωμένη Ἀγάπη, τοῦ χαρίζει τήν ἴαση ἡ ὁποία, ἀντί νά γίνει αἰτία χαρᾶς καί εὐφροσύνης σ’ ὅλους τούς παρισταμένους, ἀποβαίνει γιά τούς δολίους Γραμματεῖς καί Φαρισαίους ἀφορμή γιά νά ἐκφράσουν τήν ἀπύθμενη κακία καί ὑποκριτική τους διάθεση. Κατηγοροῦν τόν Μέγα Ἰατρό τῶν ψυχῶν καί σωμάτων, ὡς παραβάτη τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου, ἑρμηνεύοντας τόν Νόμο σύμφωνα μέ τήν κοντόφθαλμη λογική τους καί τήν παντελῆ ἔλλειψη ἀγάπης πού εἶχαν.
Καταλήγοντας ὁ Σεβασμιώτατος, ἐπεσήμανε ὅτι, ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι κοντά στόν Θεό, ταυτόχρονα βρίσκεται καί κοντά στόν πλησίον του καί μάλιστα πολλοί πιστοὶ χριστιανοὶ ἐμπνεόμενοι ἀπὸ τὴν θεϊκὴ Ἀγάπη ἀναλίσκονται σὲ ἔργα διακονίας καὶ προσφορᾶς πρὸς τὸν συνάνθρωπο. «Ἄνθρωπον οὐκ ἔχω»… Ἡ ἀγωνιώδης κραυγὴ τοῦ παραλύτου τῆς Βηθεσδᾶ ἂς γίνει ἀφορμὴ νὰ κατανοήσουμε τό χρέος μας καὶ μὲ ζῆλο νὰ ἐπιδοθοῦμε στὰ ἔργα τῆς ἀγάπης, ὥστε κανεὶς συνάνθρωπός μας νὰ μὴ νιώθει πλέον μόνος σ᾽ αὐτὸν τὸν σκληρό κόσμο μας.
Ἀκολουθεῖ τό φωτογραφικό λεύκωμα.