Ἡ Χάλκη βρίσκεται μόλις 5 ν. μίλια ἀπό τά δυτικά παράλια τῆς Ρόδου. Γιά τήν προέλευση τῆς ὀνομασίας τῆς Χάλκης ὑπάρχουν δυό ἐκδοχές: Εἴτε ὀνομάστηκε ἔτσι ἀπό τά ἐργαστήρια ἐπεξεργασίας χαλκοῦ, εἴτε ἀπό τή λέξη «κάλχη» ἤ «χάλκη», πού σημαίνει πορφύρα. Ὁ γεωγράφος Στράβων ἀναφερόταν στή Χάλκη ὡς «Χάλκια», ἐνῶ ὁ Θουκυδίδης τήν ἀνέφερε ὡς «Χάλκη».
Σύμφωνα μέ τή μυθολογία, οἱ Τιτάνες ἦταν οἱ πρῶτοι κάτοικοι. Οἱ Πελασγοί ἔζησαν στό νησί γιά πολλά χρόνια, ἀφήνοντας πίσω τους πολλά κτίσματα. Τούς διαδέχθηκαν οἱ Κάρες, οἱ Δωριεῖς καί ἀργότερα οἱ Φοίνικες. Ἡ βασίλισσα τοῦ νησιοῦ Ἀρετάνασσα, ἔζησε στή Χάλκη καί μετά τήν ἐξόρισαν στήν Κάρπαθο ὅπου αὐτοκτόνησε ὅταν ἔμαθε γιά τό θάνατο τοῦ συζύγου της. Στό νησί παρατηρεῖται τούς χρόνους αὐτούς λατρεία τοῦ θεοῦ Ἀπόλλωνα, ἀφοῦ λείψανα τριῶν ναῶν πρός τιμήν του, διασώζονται στήν τοποθεσία Πευκιά. Κατά τήν ἐποχή τῆς ἀκμῆς τοῦ Ἀθηναϊκοῦ κράτους, βρίσκουμε τή Χάλκη νά πληρώνει κι αὐτή τό συμμαχικό φόρο.
Κατά τούς πρώτους χριστιανικούς χρόνους, οἱ διάδοχοι καί συνεχιστές τοῦ ἔργου τῶν Ἀποστόλων, μέ κέντρα ἐξορμήσεως τίς γειτονικές πόλεις τῆς Φρυγίας, ἀγωνίστηκαν καί πέτυχαν τήν διάδοση τῆς πίστεως σ’ ὅλο τό νησιωτικό σύμπλεγμα τῶν νοτίων Σποράδων. Ἔτσι, κατά τήν παλαιοχριστιανική περίοδο (4ος ἕως 6ος αἰ. μ.Χ.) ἀναπτύχθηκαν στή Χάλκη σημαντικοί οἰκισμοί καί ἀνηγέρθησαν λατρευτικοί χῶροι, ἐρείπια τῶν ὁποίων διακρίνονται μέχρι σήμερα. Τόν 7ο αἰώνα τό νησί κυριεύουν οἱ Ἄραβες μέχρι τό 825 ὅποτε καί ἀπελευθερώνεται.
Οἱ Βενετοί καί Γενοβέζοι τήν καταλαμβάνουν τό 1204 καί ἐπισκευάζουν τήν ἀρχαία ἀκρόπολη, χτίζοντας ταυτόχρονα φρούριο καί στό γειτονικό νησάκι τῆς Ἀλιμιᾶς. Οἱ Ἰωαννίτες Ἱππότες παραχώρησαν τή Χάλκη ὡς φέουδο στήν οἰκογένεια Assanti ἀπό τήν Ischia. Τότε ἔχτισαν καί τό Κάστρο τούς πάνω στά ἐρείπια τῆς ἀρχαίας ἀκρόπολης. Ἀνάμεσα στά οἰκόσημα σώζεται τό οἰκόσημο τοῦ Μεγάλου Maγίστρου Aubusson (1476 – 1530), ὁ ὁποῖος ἐπισκεύασε τό φρούριο μετά ἀπό καταστροφική ἐπιδρομή πού δέχτηκε ἡ Χάλκη ἀπό τούς Βενετούς.
Τό 1523 καί ἡ Χάλκη κυριεύεται ἀπό τό Σουλτάνο, Σουλεϊμᾶν τό Μεγαλοπρεπῆ καί μοιράζεται τήν τύχη τῶν ὑπολοίπων νησιῶν. Τό 1821 λαμβάνει μέρος στήν ἐπανάσταση.
Ἀπό τά μέσα τοῦ 19ου αἰώνα ἡ τουρκοκρατούμενη Χάλκη φτάνει στό ἀπόγειο τῆς ἀκμῆς της: Μαζί μέ τή Σύμη, τήν Κάλυμνο καί τό Καστελλόριζο, ἀναπτύσσουν τό ἐμπόριο καί τή σπογγαλιεία, ἐνῶ ἱδρύονται σχολεῖα καί τό μορφωτικό ἐπίπεδο τοῦ πληθυσμοῦ σημειώνει κατακόρυφη ἄνοδο. Τά κεφάλαια πού εἰσρέουν στό νησί εἶναι μεγάλα καί ἔχουν ὡς συνέπεια τήν πολύπλευρη ἀνάπτυξή του. Ἐκεῖνα τά χρόνια, ἐγκαταλείπεται ὁ δυσπρόσιτος μεσόγειος μεσαιωνικός οἰκισμός καί ἀρχίζει μεγάλη οἰκοδομική δραστηριότητα μέ τήν δημιουργία τοῦ σημερινοῦ ἐξαιρετικοῦ οἰκισμοῦ, πού ἁπλώνεται στήν περιοχή τοῦ λιμανιοῦ.
Τό 1912 ἡ Χάλκη, ὅπως ὅλα τά Δωδεκάνησα, περιῆλθε ὑπό ἰταλική κυριαρχία. Ἀπό τά τελευταῖα χρόνια της Τουρκοκρατίας, ἀλλά ἰδιαιτέρως κατά τήν Ἰταλοκρατία, τά πατροπαράδοτα προνόμια καταργοῦνται. Πλήττεται τό ἐμπόριο κι ἡ σπογγαλιεία συρρικνώνεται. Ἡ ἄλλοτε εὐημεροῦσα Χάλκη γνώρισε μέρες δυστυχίας καί φτώχειας. Ἡ μετανάστευση πῆρε τρομακτική ἔκταση. Τήν εἰκόνα ἦλθε νά ἐπιδεινώσει ἀκόμη περισσότερο ὁ Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος. Κατά τή διάρκεια τοῦ πολέμου ἡ Χάλκη δοξάστηκε χάρη στούς ἀγῶνες τῶν ἄξιων τέκνων της, ὅπως τοῦ ὑπολοχαγοῦ Ἀλεξάνδρου Διάκου, τοῦ πρώτου νεκροῦ τοῦ Ἑλληνοϊταλικοῦ πολέμου καί τοῦ λοχαγοῦ Διογένη Φανουράκη.
Τό ἄλλοτε αὐτό πλούσιο νησί μέ τήν ναυτική παράδοση, ἦρθε τά τελευταῖα χρόνια στήν ἐπικαιρότητα ἀφοῦ χαρακτηρίστηκε τόπος συνάντησης τῶν νέων ὄλου τοῦ κόσμου. Στό μοναδικό οἰκισμό τοῦ νησιοῦ, τό Νημποριό βρίσκεται τό γραφικό λιμάνι, τό ὁποῖο τό καλοκαίρι γεμίζει ἀπό ἐπισκέπτες, οἱ ὁποῖοι ἀποζητοῦν τήν ἰδιαίτερη ὀμορφιά καί γαλήνη τοῦ τόπου.
Ἔξοχο δεῖγμα ἐκκλησιαστικῆς ἀρχιτεκτονικῆς, ἀποτελεῖ ὁ ἐνοριακός Ἱερός Ναός τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ὁ ὁποῖος βρίσκεται δίπλα στή θάλασσα καί διαθέτει μικρό ἐκκλησιαστικό Σκευοφυλάκιο. Ἡ Χάλκη τόν Ἀπρίλιο τοῦ 2004, συμπεριλαμβάνεται στήν νεοσύστατη Ἱερά Μητρόπολη Σύμης, Τήλου, Χάλκης καί Καστελλορίζου.
ΙΣΤΟΡΙΑ ΧΑΛΚΗΣ
Εμφανίσεις: 6455